Προξένια

Τα προξένια τον παλιό καιρό γίνονταν είτε με προξενητή, είτε με ένα συγγενικό πρόσωπο, που μιλούσε στους γονείς της νύφης. Για να δεκτούν οι γονείς της κοπέλας λάμβαναν υπόψη αν ο νέος ήταν από καλή οικογένεια, αν είχε περιουσία και αν ήταν εργατικός. Αν ήταν από άλλο χωριό, δε βασίζονταν μόνο στον προξενητή, αλλά πήγαιναν οι ίδιοι στο χωριό του και ρωτούσαν τους χωριανούς και τους γείτονες. Τις περισσότερες φορές δε λάμβαναν υπόψη τη γνώμη της κοπέλας.

Λόγιασμα

Στο λόγιασμα καλούσαν πολύ στενούς συγγενείς, όπως τη νονά και το νονό της νύφης και του γαμπρού, τους θείους και τις θείες, τον παππού και τη γιαγιά, τα αδέλφια και από τις δυο πλευρές και τον ιερέα, που θα έκαμνε το προικοσύμφωνο. Στο προικοσύμφωνο έγραφαν τι θα έδιναν ως προίκα στα παιδιά τους. Μετά τη διαδικασία του λογιάσματος, ακολουθούσε φαγοπότι και τραγούδι.

Αρραβώνας

Στους αρραβώνες δεν καλούσαν όλους τους χωριανούς. Οι πιο πλούσιοι του χωριού καλούσαν περισσότερο κόσμο από τους φτωχούς. Ο πατέρας του γαμπρού μαζί με τον πατέρα της νύφης πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι και καλούσαν με τη μερρέχα.
Στον αρραβώνα αντάλλασσαν μαντίλια και δακτυλίδια. Όσοι γονείς είχαν οικονομική ευχέρεια, έδιναν στα παιδιά τους χωράφια και διάφορα ζώα, όπως πρόβατα, κατσίκες και αγελάδες. Ακόμα τους έδιναν διάφορα υφάσματα, είδη για την κουζίνα, για το ζύμωμα, για το φούρνο και για τις γεωργικές εργασίες. Το σπίτι παλαιότερα το έκτιζε ο γαμπρός, όμως αργότερα ήταν έθιμο το σπίτι να χτίζεται από τον πατέρα της νύφης. Για το κτίσιμο του σπιτιού χρειαζόταν πολλή χειρωνακτική εργασία. Έπρεπε να μαζέψουν χώμα, να το ζυμώσουν μαζί με άχυρο και νερό για να κάνουν πλιθάρια, με τα οποία θα έκτιζαν το σπίτι.

Οι προετοιμασίες για το γάμο

Οι προετοιμασίες για το γάμο άρχιζαν ένα μήνα πριν. Πήγαιναν σε κάποιο λάκκο και έπλεναν τα μαλλιά των προβάτων, που θα χρησιμοποιούσαν στο ράψιμο του κρεβατιού. Μετά το πλύσιμο τα άπλωναν στον ήλιο για να στεγνώσουν και να είναι έτοιμα.
Το κάλεσμα γινόταν με γλισταρκές. Έκαναν επίσης μια γλισταρκά και στόλιζαν το κολότζι με το κρασί. Το κολότζι του κρασιού το έπαιρναν στην εκκλησία και μετά την εκκλησία το είχαν εκεί που χαιρετούσαν το αντρόγυνο. Όταν έβγαιναν από την εκκλησία κερνούσαν τον κόσμο κρασί και τους έδιναν κούμουλλα.

Το Σάββατο του γάμου

Το Σάββατο του γάμου έραβαν το κρεβάτι με τα μαλλιά που είχαν ετοιμάσει και με το κρεβατόντυμα. Πρώτα χόρευαν τα προικιά και μετά στόλιζαν με αυτά το κρεβάτι. Όσοι γνώριζαν τραγούδια δε σταματούσαν με τίποτε. Οι συγγενείς πλούμιζαν το κρεβάτι. Στη συνέχεια οι κουμπάροι έπρεπε να χορέψουν ψηλά στα χέρια τους το κρεβάτι για αρκετή ώρα και μετά να το παραδώσουν στις κουμέρες. Λίγο πριν ξεκινήσει ο χορός του κρεβατιού, ήταν έθιμο πάνω στο κρεβάτι να βάζουν μικρά παιδιά και να τα κυλούν. Αν έβαζαν αγόρι, πίστευαν ότι το αντρόγυνο θα έκανε πρώτα αγόρι. Αν κυλούσαν κορίτσι, θα έκαναν κορίτσι.

Κυριακή του γάμου

Από νωρίς την Κυριακή ξεκινούσαν την ετοιμασία των φαγητών, που θα κερνούσαν τον κόσμο. Μετά την εκκλησία στο δρόμο για το σπίτι, οι γειτόνισσες έβγαιναν στο δρόμο με τη μερρέχα και το καπνιστήρι, για να ραντίσουν με ροδόσταγμα και να καπνίσουν το αντρόγυνο. Πριν να μπουν οι νεόνυμφοι στο σπίτι, έπρεπε η νύφη να σπάσει ένα ρόδι πάνω στο ανώφλι της πόρτας, στη δεξιά πάνω γωνιά, και ο γαμπρός να σφάξει έναν πετεινό με την πρώτη φορά που θα τον κτυπούσε. Αν αυτά συνέβαιναν, τότε έλεγαν πως το αντρόγυνο θα ζούσε ευτυχισμένο. Αν όχι, τότε η ζωή τους δεν προβλεπόταν και τόσο ήρεμη. Μέσα στο σπίτι που θα χαιρετούσαν το αντρόγυνο, έβαζαν στον τοίχο ένα άσπρο σεντόνι και στη μέση σχημάτιζαν έναν άσπρο σταυρό, καμωμένο από μαντίλια. Στις δυο άκρες πάνω έβαζαν χρωματιστές μαντίλες της κεφαλής. Αυτό το στόλισμα, που γινόταν με μαντίλια της κεφαλής, κεντήματα και υφαντά που έφτιαχναν μόνες τους οι κοπέλες, ονομαζόταν μανάσσα.

Δευτέρα του γάμου

Τη Δευτέρα του γάμου η κουμέρα έπρεπε να κάνει πίττες και να τις πάρει στη νύφη μαζί με έψιμα (μέλι από σταφύλια). Επίσης είχαν έθιμο εκείνη τη μέρα η νύφη να αφήσει ελεύθερα δυο άσπρα περιστέρια.

Αντίγαμος.

Στον αντίγαμο οι συγγενείς γύριζαν το χωριό, μάζευαν κότες, τις έσφαζαν, τις μαγείρευαν και μετά διασκέδαζαν